Footprints on the sand

Footprints on the sand

Αναζήτηση σ' αυτό το ιστολόγιο

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2017

Η παλιά μου γειτονιά ...


Κορυδαλλός 1960
Κορυδαλλός, διασταύρωση (Ταξιαρχών & Αθηνών, τώρα Γρ. Λαμπράκη). Η παλιά μου γειτονιά. Μια σπάνια φωτογραφία ! 1960 ακριβώς, μόλις είχα γεννηθεί. Ελάχιστα αυτοκίνητα, δίκυκλα, τρίκυκλα, άμαξες με ζώα και τα παλιά λεωφορεία με τις στρογγυλές γωνίες ... Στη γωνία δεξιά η Εθνική τράπεζα δεν υπήρχε καν και πίσω της τίποτα. Διακρίνω όμως το βιβλιοπωλείο του γέρου Κόκκαλη δεξιά και τα 3 περίπτερα που υπάρχουν ακόμα. Η Αθηνών (Γρ. Λαμπράκη), θυμάμαι σαν παιδί, ήταν το όριο. Απαγορεύονταν να την διασχίσουμε, γιατί ... θα μας πατούσαν τα αυτοκίνητα. Έτσι περιοριζόμασταν στην Ρόδου (νυν Στ. Καζατζίδη) ένα στενό πρίν. Ανάμεσα στο βιβλιοπωλείο του Κόκκαλη (δίπλα του δεν είχε τίποτα, ήταν μάντρα με πέτρες) και στο μανάβικο του Σαλίχου (μετά που τελειώνει η φωτο δεξιά). Ωραία χρόνια ... αναμνήσεις απ' την δική μας Αλάμπρα ... έτσι που λέω να συνεχιστεί κι αργότερα ... το "όλον" κείμενο ...

Μίλα μου ...


Μίλα μου για τη σελήνη,
τις μπουκαμβίλιες, τον αφρό των κυμάτων
     και τις κληματαριές του καλοκαιριού,
όσο εγώ θα γίνομαι ορειβάτης
     στη ρόγα του στήθους σου.

Άσε τον άνεμο να σε παρασύρει
     σαν γύρη από κυκλάμινο
την ώρα που μέλισσα εγώ,
χαράζω πάνω στο σώμα σου
     τα δικά μου αυλάκια τρυφερότητας.

Πες μου μια ιστορία
     για την ανακάλυψη της φωτιάς,
τον έρωτα δυο αγνώστων
     στις φυλακές της ύπαρξης,
ή για τον τρόπο που κυλάει ένα ποτάμι
και φέρνει ζωή σ' ένα χωριό
     που πεθαίνει από ξηρασία.

Μη με πιέζεις να μιλήσω.
     Θέλω μονάχα να σ' ακούω.
Τώρα που ξεχειλίζω από εσένα
και το ημίφως φτιάχνει πτυχές
ανεξερεύνητες, πάνω στο κορμί σου,
     μίλα μου.
Μίλα μου εσύ ...

Πες μου το μυστικό σου όνομα,
αυτό που έχεις καταχωρηθεί στους αστερισμούς,
ίσως και νά 'μαστε γειτόνοι
     σ' αυτόν τον ουρανό της νύχτας.


Σφάλισε τα χείλη
     πάνω στα δικά μου,
έτσι όπως κλείνουν
οι πύλες οι βαριές των κάστρων
και προφυλάσουν μέσα
     θησαυρούς και όνειρα
και νά 'ναι σε μάκρος το φιλί
     όπως η λέξη: σιδηρόδρομος.

Όταν χαμογελάς,
     χαράζει ο ουρανός καινούργια μέρα.

Μίλα μου για τους ανθρώπους
όσο μεθώ μέσ' στ' άρωμά σου,
και γίνεσαι Πυθία και Αθηνά μου
και μου μαθαίνεις ιεροτελεστία
κι ωριμότητα στα χάδια,
     έτσι συνέχισε,
συνέχισε ...
 
Πες μου και γι' αυτές
     τις "άλλες" ιστορίες, που βλέπω,
μέσα στα γελαστά σου μάτια,
έτσι όπως με δαγκώνεις σαν γατάκι
και θέλω να σου κάνω παρέα
     στα κεραμίδια,
έτσι που παλεύουμε μαζί
γύρω απ' το ψαροκόκκαλο,
ποιανού θα γίνει κτήμα
     αυτός ο έρωτας ...

Μίλα μου για τη σελήνη,
     εγώ εξαντλήθηκα.


28 / 9 / 88
Στη Μανίνα Π.

Ευχές

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017

Νησί το φθινόπωρο


Έρημη πόλη, σκοτεινή,
     φυσάει και βρέχει.
Έτσι όπως αρχίζει πάντα,
ένα φίλμ-νουάρ,
     μια νύχτα φθινοπώρου.

Ένα μεγάλο πάρτι που τέλειωσε,
     τα καλοκαίρι,
μαζεύονται τα σκουπίδια,
σκουπίζονται οι δρόμοι,
σβήνουν τα φώτα,
σφαλίζοντ' οι πόρτες
κι ακούγεται μόνο η βροχή,
     στα ρείθρα και τα λούκια.

Μόνο που λείπει ο τύπος,
που χωμένος στην καμπαρντίνα του,
ανασηκώνει το "καβουράκι",
χαϊδεύει το "κολτ" στην τσέπη,
και με βλέμμα κενό,
     κοιτάει την κάμερα.

Εδώ η βροχή
     απλά ξεπλένει τις αναμνήσεις.
Φθινόπωρο.


30 / 10 / 82

Χαμάμ (*)


Επιβλητικότητα του μυστηρίου.
Μουσική ανάμεσα σε καπνούς.
Μαγεία της ανατολής,
στα φθαρμένα καθίσματα,
     στους τοίχους, στα ψηφιδωτά ...
Κάποια φαναράκια κρεμαστά
κι ένας φόβος - έκπληξη :
κάτι θα πεταχτεί στα ξαφνικά
     μεσ' απ' τις καμάρες.
Χανούμισσες ή άντρες με σπαθιά ?

Ζεστασιά του φορεμένου,
χαμόγελα κι οχλοβοή,
     ζω κι εγώ στο φίλμ,
ρόλοι και σκηνικά,
τα βλέμματα ψάχνονται,
     κιλίμια και μπερντέδες.
Μια αργή μουσική, π' ερεθίζει
κι ο θόλος στο ταβάνι, 
     με γυάλινες τρύπες.
Χύνεται μέσα, ένα χρυσό φεγγάρι.
     Ανέλπιδο.

Αισθητική που με ζαλίζει,
     λαμποκοπούν τα μπακίρια.
Χορεύω άπληστα,
καθώς δυναμώνει ο ρυθμός
κι όταν σωριάζομαι στα πλακάκια ...
     πόσο βαρύ, τελικά,
το χρυσάφι του φεγγαριού.


30 / 10 / 82

(*) ήταν κάποτε καφέ-μπαρ στην Κω

Σεληνιακό-Ινιακό της Κω


Δεν υπάρχω - χω - ω,  δεν.
Για την προέκταση της ζωής σας.
Πλαστοποιώ τη γνωριμία.
     - Καλημέρα !
Τοπίο δεν, δεντρόφυτο.
     Ένα κρακ των δακτύλων.
Στην ευθεία του τοίχου καθισμένος,
     ή σχεδιάζοντας μισό καράβι στην άμμο,
μισή ζωή σαν φλύδα από πεπόνι,
όταν η υπόλοιπη αφήνεται να εννοηθεί,
     ή μέλλει να προεκταθεί ...

Δεν ζω - εγώ - ω, δεν.
Για τις ανόητες σκιές της νύχτας.
     Χρωματισμούς ανάλογους, έχω.
Τώρα που σημαδεύω με το τσιγάρο
τη σκιά μου (στόχο) χρατς !
     και σχίζω το περιτύλιγμα μου,
μια και διατηρούμαι και σε μη σκιερό μέρος ...
έτσι που όταν μισώ, μισό φεγγάρι,
συμπληρώνω νοερά μισό ήλιο
     με χθεσινή ημερομηνία λήξεως.


Δεν εννοώ - νοώ - ω, δεν.
Να σας χρωστώ ακόμη χάρη,
για carte-postale πλαισιωμένα όνειρα,
     που διαφέντευε ή ανάγκη.
Κλεισμένος φωνάζω. Αντήχηση. Εγώ.
Σε μια φέτα από πολιτεία.
Τις μέρες που ...
     Moto-mind - Τρακάρισμα.

Δεν θέλω - λω - ω, δεν.
Να έχω νήμα απ' την ζωή σας.
Μου φτάνει μιά χορδή, μια μολυβιά
     και χαρακώνομαι - Γεωμετρία.
Όταν μισώ, μισό το χέρι σας,
σας δίνω το δικό μου - Χειραψία.
     Ή φως από ηλεκτροκόλληση.
Αν ζούμε, είμαι ναι - Συμφωνία.
Νησί που δεν, καθοριστικότητα.
Φύση που πάλλεται - Ναυτία ...
     και δεν είναι εν, ναι, το ναδίρ.


9 / 8 / 82  Κως

Πριν και μετά (No 2)

Τέλενδος 2006 (φώτο Μ.Φ.)

Τέλενδος 2014 (φώτο Μ.Φ.)
Πριν και μετά ! Ή αλλιώς ... πως ένας μόνος του, Τελενδινός (με τα χεράκια του),
έδωσε ζωή σε ένα ετοιμόρροπο απ΄την φθορά, ξωκλήσσι.
Του αξίζουν χίλια συγχαρητήρια !!!

Στο Τέξας της Τελένδου ...

Κάλυμνος - Τέλενδος  Αυγ. 2016 (φώτο Μ.Φ.)

Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου 2017

Gemini (*)



Καμώνετ' έτσι ο θεός Αντίθετος
τα φέρνει βόλτα, έχει πειθώ
     μου λέει το άσπρο, μαύρο
μου μπερδεύει το σχετικό και το απόλυτο
μου κρύβει το ψέμα με αλήθεια
μου δείχνει μέσ' την αγνότητα την εξάρτηση
μέσ΄την χυδαιότητα, την ελευθερία
- ένα παιχνίδι ζωτικό και επικίνδυνο -
την μια έχει δίκιο, την άλλη όχι
με συνεπαίρνει, του ξεφεύγω, παίζουμε ...
Την άλλη γίνομαι ο Αντίθετος εγώ.
Έτσι που περνά η ζωή μου,
     διπρόσωπα κι αντιμεταθετικά.
 

20 / 6 / 83
(*) Δίδυμος (στο ζώδιο).  Γραμμένο στα γενέθλια μου.

Θα υπάρχω ως μακρινή ανάμνηση ...

Τεράστιος ηθοποιός, άνθρωπος με σπάνιο ήθος και ταλέντο. Ταπεινός και αυτοσαρκαστικός ταυτόχρονα.
Ανυπέρβλητος, λαμπερός, με ευαισθησία, γοητεία και πηγαίο ταλέντο.
Ο Χορν δεν είχε πατρίδα, δεν είχε ηλικία, ανήκε στα αερικά της ποίησης ...
Μια βαθιά υπόκλιση ... απλά και ταπεινά ... !

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017

Πριν και μετά (No 1)

Πλάκα, Αθήνα 2005 (φώτο Μ.Φ.)
Πλάκα, Αθήνα 2013 (φώτο Μ.Φ.)

Στην πάνω φωτογραφία, όλα τα παράθυρα ανοιχτά. Το Μοναστηράκι και η Πλάκα, όλο ζωή.
Στην κάτω φωτογραφία, 8 χρόνια μετά, η πολυπολιτισμικότητα χέρι-χέρι με την ερημιά.
Μόνο χρώματα (φρου-φρου κι αρώματα) και ζωή μηδέν.
(Για να μην πάμε χρόνια πίσω, τι ήταν κάποτε στο συγκεκριμένο τοπίο ...) 
Μνημία κληρονομιάς θα λέγονται σε λίγο, το κάθε τι που έχει αξία.
Ενας καρκίνος οι σκέψεις σας και οι επιλογές σας.

Η μέρα και ο ουρανός της

Κύθηρα (φώτο Μ.Φ.)

Η μέρα πεινασμένη
     για έναν άλλο ουρανό,
ως δέρμα αγγλίδας για καυτό ήλιο,
όταν εκείνη σε άλλη στιγμή,
- στο δωμάτιο της -
γίνεται η μπετούγια της πόρτας της
που την ιππεύει ένας σκληρός πολεμιστής,
κάνοντας την να πηγαίνει πάνω-κάτω,
συγχρόνως που η κλειδαριά
     ανοιγοκλείνει,
σαν μάτι, σαν στόμα, σαν μύδι,
μ' όλες τις φωνές της ηδονής της
περασμένες σε χαλκά μεσαιωνικών υπογείων,
έτσι που, ένα παράθυρο κάποτε
     να την καλέσει,
να περάσει από μέσα του - διαφυγή,
με την φωλιασμένη προσπάθεια στο στήθος
και την λαχτάρα
     στα ακροδάκτυλα του χεριού,
μέχρι εκείνη να βγει στο πουθενά,
για να μεταμορφωθεί σε επανάσταση
     με όλες της, τις υποσχέσεις.

Η μέρα διψασμένη
     για έναν άλλο ουρανό,
όπως χώμα, για την ορμή ενός ποταμού
που κατεβαίνει κουβαλώντας
     όλες μας τις φιλοσοφίες,
όταν αυτές δεν είναι πηγαδάκια
που πλατσουρίζουν οι ομότεχνοι,
κωπηλατώντας μ' ένα σήμα οδικής σήμανσης
     σε ώρες αιχμής.


Η μέρα φορτισμένη
     για έναν άλλο ουρανό,
ως άρνηση της Ιστορίας για γεγονότα,
καθώς παιδί, που ανατρέφει τη μάνα του
     όπως αρέσκεται,
αποκλείοντας την ύπαρξη
κυτίου παραπόνων και επιστροφών,
την ύπαρξη τροφών για γάτες
     και άλλα συναφή.

Η μέρα οργισμένη
     για έναν άλλο ουρανό,
όπως βεβαίως, (βεβαίως),
οδηγός που τον "πιάνει λάστιχο",
κι αναλογίζεται τ' οδυνηρόν
του νά 'σαι
έφηβος-θρεφτάρι σε λίθινες εποχές,
ή το να ερωτοτροπείς με την Αλίκη στη χώρα της,
σ' ένα ανελκυστήρα που τρελλάθηκε,
που κατεβαίνει σαν μεθυσμένος
     με τον λόξυγγα του,
όταν κάποτε αδιάφορος ένας διαβάτης
     και το καπέλο του.

Η μέρα ανικανοποίητη
     για έναν άλλο ουρανό,
ως παιδιά αδηφάγα
- καταπιώνες πληροφορικής -
     σε τρισδιάστατο χώρο
που διαδραματίζεται ένας έρωτας
του τύπου: "me Tarzan, you Jean",
με καλώδια στο σώμα,
     όταν η περίσταση το απαιτεί.


Η μέρα δραπέτης
     για έναν άλλο ουρανό,
όπως ποντίκι
μ' όλη την πονηριά ενός καρτούν,
που ζωγραφίζει
παραπλανητικές ποντικότρυπες,
να "τρώει" τα μούτρα του, ο γάτος
     όταν το κυνηγάει.

Η μέρα φευγάτη
     για έναν άλλο ουρανό,
όπως ποδηλάτης
στα χείλη ενός ποτηριού κονιάκ
που γυρνά και σφυρίζει εκνευριστικά,
και χαιρετάει τον εαυτό του στον πάτο
     κοροϊδευτικά,
ώσπου η φυγόκεντρος τον πετάει ...
     στο διπλανό τραπέζι.

Η μέρα δεν θέλει πια
     τον ουρανό της,
γίνεται υπέρβαρο
σε ζυγαριά τελωνειακού,
- σούπα ιδεολογική και δύσπεπτη -
κι έτσι καθώς δεν έχει λόγο ύπαρξης,
πρέπει να εκτελεστεί επαναλαμβανόμενα,
μέχρι παράδειγμα να γίνει,
     στις άλλες που θα έρθουν.


Η μέρα γυμνή
     απ' τον ουρανό της,
είναι ένα νόμισμα που κυλάει
     κι αξία του.
Ένα αεροπλάνο που γυροφέρνει και πέφτει.
Όταν μια πόρτα ανοίγει
και η σκούπα σπρώχνει έξω τα συντρίμια του.
Κάποτε που τα δωμάτια μας ήταν,
     ο κόσμος όλος.

Η μέρα προσπάθεια
     για νέο ρούχο,
όπως σημείο φυγής και σκαλινό
εν αντιθέσει της πλατείας Ομονοίας,
που' ναι αεροδιάδρομος της κάθε επαρχίας,
     του κάθε ηλιθίου που θέλει,
να τραβήξει πίσω του (με αλυσίδες)
     μια φάλαινα για τροφή του.

Η μέρα σκορπίζεται
     στον ουρανό της,
ως βαρελότα που παίζει ένα κοριτσάκι,
- συγχρόνως που το δάκτυλο στο στόμα, εμβρυοτρόπως -
και καίει τα καλσόν το βράδυ της Ανάστασης ...
και βασανίζεται γι' αυτό,
     ως σταλινικός ποιητής
που μαστιγώνει τη θάλασσα μ' ένα κλαδί,
γιατί τον έστησε η έμπνευση
     στο ραντεβού της.


Η μέρα βυθίζεται
     στον ουρανό της,
σαν νόμισμα-ευχή στο πηγάδι της λήθης,
κι ανόητα όσο ο Τιτανικός
π' αμέλησε να κάνει ασκήσεις φελλού
     πριν ξεκινήσει.

Η μέρα πεθαίνει
     μεσ' τη νύχτα,
με μια ευκολία κένωσης.
Με τη μαγεία που μεταβάλλονται
οι νοητές ευθείες σε μαχαίρια,
το σχοινί της βάρκας σε θηλιά,
η μικρή μας καρδιά, σε στόμα δράκου,
ο άνεμος σε ουρλιαχτό φυλακισμένου από λάθος,
     κι η λύτρωση
κομμάτι γρανιτένιου αγάλματος
     που δεν μπορούμε να μασήσουμε.

Η μέρα πού' χει χάσει πια
     τον ουρανό της,
η μέρα αυτή,
γίνεται σαρδόνια νύχτα που γελάει,
μέσ΄το παιχνίδι της
     όταν μας παρασύρει.

Η μέρα αυτή
     μ' αρρώστησε πολύ,
σαν στρίμωγμα με όλους τους επιβάτες ενός τραίνου.

Μέσα στο κάρμα του καθενός απορροφήθηκα,
χωρίς νά 'χω τίποτα απ' την νύχτα
     να περιμένω.


21 / 6 / 83