Footprints on the sand

Footprints on the sand

Αναζήτηση σ' αυτό το ιστολόγιο

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017

Νύχτα τ' ανέμου


Ι.
Κλείσε με στα χέρια σου
     κρύψε με στο σώμα σου,
μινιατούρα εγώ, να μην φανούν
     τα λάθη μου τα μεγάλα.

Οδήγησέ με, με τ' άγγιγμα σου
     στους κόσμους σου.
Στ' αγνώστου ας πλανηθούμε το θόλο
όπου, χωρίς αρχή και τέλος
οι έγνοιες μας αναμασώνται :
     πλαγκτόν της ζωής.
Οδήγησέ με.

Περνώντας την ανίατη σύγχυση,
     μετά τις Ερινύες
και στων θεών το κάστρο
ένα πρόσθετο σκαλί,
- κάποτε που φτερουγίζουμε

σαΐτα διπλωμένη,
πάνω από βουνά που γνωρίσαμε
μόνο στο χάρτη -
εγώ σάτυρος και 'σύ αμαζόνα,
     κοίτα :
πως παλεύει η ζωή
να επιβληθεί,
     μέσα στον έρωτα.

ΙΙ.
Έλα πάλι και πάρε με, πάρε με,
     σκίσε μου το πουκάμισο - καίγομαι ...
Μέσα στο στήθος μου αναβλύζει
     μια κοσμική φωτιά.
Βύθισε τα χέρια σου μέσα μου,
     ανέσυρε τον έρωτά μου,
από τούτη τη λάβα
     γεννιέται η ζωή
και κυλάει στη φλέβα η αγωνία.

Δώσ' μου τα χείλη σου ξανά,
στοιχείο που συντελεί σαν θάλασσα
     στην ένωση των ηπείρων.
Ανακάτεψε το δάκρυ, το αίμα,
     το σπέρμα, το σάλιο ...
από τούτα τα απλά,
     ξεκινούν οι φιλοσοφίες.
Τυλίξου επάνω μου
     αρχαία περγαμηνή - γυναίκα
και τύπωσε στο σώμα μου
     τα μυστικά σου.
Τώρα που ένας "άλλος" υπάρχω,
     κομματιασμένος από 'σένα.

Δες την έρημο
πως πρασινίζει και βλασταίνει,
με χάδια και λέξεις
     σάρκα και ψυχή
κι ανάμεσά τους, αυτό το πάθος,
     π' εκρήγνυται
σε τέχνη και τεχνική ...

ΙΙΙ.
Τώρα η ζάλη
γυρίζει τον κόσμο,
     καρίνα καραβιού στο κύμα.
Σωπαίνει ο χρόνος
     βραδένει, νεκρώνεται.
Ο λέξεις μου καίγονται
σαν απόρρητες στον κλίβανο,
- φοβάμαι να τις ξαναπώ -
γίνομαι γατί τρομαγμένο
    
σε λεωφόρο.

Σταγόνες ξεπηδούν,
     ο ιδρώτας στο σώμα μου,
φιλούν τα χείλη σου
     σαν νά 'ταν δάκρυ.
Κλείνω τη σκέψη
     όπως παράθυρο
κι ακούω τα φτερά σου
να κτυπούν στο τζάμι
     που 'χω για θωράκιση
εκεί, στο μυστικό
    "εγώ" μου.

IV.
Χορεύω τώρα ...
Κυριακή σε αμφιθέατρο.
Γίνομαι σύνθημα δυσανάγνωστο
     γραμμένο στα μάρμαρα.
Γίνομαι οχλοβοή
στην αγορά των αρχαίων
     με τους δημαγωγούς της.

Ύστερα βουβός, κουλουριασμένος,
στην άμυνα του φόβου
     εμβρυοτρόπως,
στο σκοτεινό δωμάτιο
     βουλιάζοντας,
στο κόκκινο φως π' αναβοσβήνει
- της ρεκλάμας
     του απέναντι ξενοδοχείου -
ξέρω :
     με κοιτάς διακριτικά ...
Κάτι δεν πάει καλά
     σ' αυτήν την ιστορία.


V.
Είναι τα ξεθωριασμένα χρώματα
     της σινικής μελάνης
τ' ανοιγμένου βιβλίου,
     επάνω στο τραπέζι.
Από κόμικς οι εικόνες
     που 'ναι χωμένες στη ζωή μας.
Έρχονται, μας περιπαίζουν, χάνονται ...
κι είναι σπαθί που ξέφυγε
     και με καρφώνει.
Λέϊζερ που σε κτυπά
     και λιώνεις.

Τώρα τα μάτια σου
έχουν κάτι από προσμονή
σαν κάποια που ξεχάστηκε
     κεντώντας στο μπαλκόνι.
Μάρκο ! μου φωνάζεις
     κρεμασμένη εκεί ...
(θυμάμαι τον τρόπο που διπλώνεσαι
     στα χάδια μου παραδομένη)
Μάρκο, πως βρέθηκα εδώ ?

Μια κραυγή με διασχίζει εσωτερικά.
(αυτή τη νύχτα, ο άνεμος ...)
Δεν θ' αποφύγουμε την καταιγίδα.
Δεν έχω φωνή,
     δεν έχω χέρια
          δεν θα συνέλθω ...

Σώζεσαι μόνη σου
     και δεν μου το συγχωρείς.

VI.
Ένα προβληματικό παιδί
καταλήγει πάντα
     σε ψυχασθενή νέο ?
Πιάσε το χέρι μου
     εξέτασέ με.
Γιατί η επικοινωνία
     μας σκαρώνει παιχνίδια ?
Το μαχαίρι καταλήγει στη πληγή.
Είναι το μονοπάτι που το ξέρουν όλοι.
Αυτοκριτική, εγωισμός
     και ματαιοδοξία.
Αν είναι να τρελαθούμε
     ας γίνει τουλάχιστον με στιλ.

Τώρα πέσ' μου το πάζλ 
που πρέπει να ταιριάξω,
     για να φανερώσω το σκηνικό.
Υπάρχουν κουβέντες
     που πραγματικά είναι χωρίς νόημα ?
Πιάσε το χέρι μου.
Οδήγησέ με.
Φανέρωσέ με
     καθώς σε φανερώνω.
Οι κανόνες δεν είναι προϋπόθεση
για να ζεις ...
     δεν είναι καν ζωή.

VII.
Υπάρχουν μέσα μας φωνές
     που δεν είναι δικές μας.

Σαν κασετόφωνο στο τέρμα
     σπάει ο ήχος
στους άσπρους τοίχους
     ζωγραφιές και βίντεο.

... τάστα, χορδές, πλήκτρα, μπακέτες,
κλειδιά, δοξάρια, στήθια, μάτια,
ποτήρια, χείλη, μπουκάλια, φλόγες,
κέρματα, ρόδες, εσώρουχα, χέρια ...

Πέφτουν στην άσφαλτο
     σωροί οι εικόνες.
Πέφτει στο πάτωμα
     η ζωή ξερνοβολάει.
Όσα δώσαμε, όσα πήραμε,
     όσα χαθήκαν.

Σπάζει το όνειρο
     επόμενο ήταν.
Στη νύχτα τ' ανέμου,
ζαρώνει το σύννεφο
     λέει να βρέξει ...

Οι φωνές μας γίνονται
     προσταγές που ματώνουν.
Και πόσο βρωμάει
το σάπιο μου σώμα
     μέσ' το κοχύλι ...


VIII.
Ποιός είμαι τώρα
     ποιός ρυθμός ?
Οι καθρέφτες δεν λένε πάντα
     την αλήθεια.
Τις μέρες που γλύφει η σιωπή
     το πρόσωπό μου
η οργή μετουσιώνεται στο φάρυγγα :
     κραυγές.
Παλεύω στα σεντόνια,
     πνίγομαι στη ψεύτικη θαλπωρή.
Πεθαίνει το ζώο
     στο πρώτο φως της αυγής.
Το ξημέρωμα φαίνονται πιο πιστά
     οι αδυναμίες μου.

Σε κοιτώ τώρα:
Πρόσωπο χωμένο στα χέρια,
αναπνέοντας ακόμη τους καπνούς
     από την χθεσινή μας μάχη.
Ποιός είμαι τώρα
     ποιό είδος ?
Το ερώτημα στροβιλίζεται
     σε βασανίζει.
Κορμιά τσακισμένα.
Απορία και φόβος.
Κι οι καθρέφτες δεν λένε πάντα
     τη αλήθεια.

IX.
Τώρα με βρίσκεις ξέπνοο
     ανάμεσα στα στήθια σου.
Πάνω στο στρώμα, παίζεται πάντα
     το προαιώνιο δράμα.
Στου ορίζοντα τ' απέραντο
     είναι η ευτυχία.
Ποιός την ορίζει ?

Στον έρωτά σου
     διαθλάται το φως μου.
Θέλω αιώνες να φτάσω
στις όχθες αυτές,
     της αγνότητας.
Σπίρτα στην άμμο
     οι λέξεις μου καίγονται.
Κτίζω φραγμούς
     και τους γκρεμίζω.
Κρυώνω, αγάπη μου
     στον πόνο των αντιθέσεων.
Είναι ο άνθρωπος
     που δολοφονείται
μέσα στην φυλακή του, καθημερινά,
     εγώ κι εκείνος ...
Στην προσευχή σου, αγάπη μου,
     συγχώρα μας, εμένα.

Κλείσε με στα χέρια σου
     κρύψε με στο σώμα σου
μικρός εγώ,
να μη με δουν
     οι εφιάλτες μου.



18/3  &  11/8/83
Μια απολογία, στην Μαρία Δ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου